Αθήνα, Φεβρουάριος 2016 – Ο Πρόεδρος του Κολλεγίου Ανατόλια Δρ Πάνος Βλάχος συναντά και συνομιλεί με τον 92χρονο Ανδρέα Μορδώχ, μαθητή του Κολλεγίου Ανατόλια από το 1936 έως την κύρηξη του Ελληνο-Αλβανικού πολέμου το 1940.
Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Anatolia Alumnus τεύχος 136 τον Απρίλιου 2016.
To 1936 ο Ανδρέας Μορδώχ, περνούσε τις πόρτες του Macedonia Hall και γραφόταν στην προκαταρκτική τάξη του επταταξίου τότε γυμνασίου. Ο ίδιος ήταν γιος εύπορης εβραϊκής οικογένειας της Θεσσαλονίκης και κατοικία του η Βίλλα Μορδώχ στη συμβολή των οδών Β. Όλγας και Μαρτίου, που σήμερα στέγαζει την Ε’ Δημοτική Κοινότητα του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Η φοίτησή του στο Αμερικανικό Κολλέγιο διακόπηκε αιφνίδια στις 28 Οκτωβρίου του 1940 εξαιτίας του πολέμου.
Ο πατέρας του, Σαμ Μορδώχ – επειδή τα δύο μεγαλύτερά του παιδιά είχαν φύγει για τον πόλεμο και οι Ιταλοί είχαν αρχίσει να βομδαρδίζουν τη Θεσσαλονίκη – αποφάσισε να πάρει την οικογένεια και να φύγουν προσωρινά για την Αθήνα μέχρι τη λήξη του πολέμου που θεωρούσε ότι θα ερχόταν σύντομα. Ηταν τυχερός διότι, αργότερα, έτσι σώθηκε η οικογένειά του από τη μοίρα που περίμενε τους 50.000 Εβραίους της πόλης μοίρα που ο ίδιος, όπως λέει, δεν μπορουσε τότε να διανοηθεί.
Εβδομήντα έξι χρόνια μετά ο Ανδρέας Μορδώχ υποδέχεται στο σπίτι του στην Αθήνα τον Πρόεδρο του Κολλεγίου Ανατόλια Δρα Πάνο Βλάχο. Κρατά στο χέρι του το βιβλιαράκι με τα Community Songs, τους ύμνους που τραγουδούσε με τους συμμαθητές του στο Chapel του Κολλεγίου κάθε πρωί. «Το έχω κρατήσει από τότε και ορισμένα από τα λόγια του με συντροφεύουν ακόμη σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Ήμουν τυχερός που γνώρισα το Κολλέγιο εκείνη την εποχή. Έζησα ως μαθητής κάτι για μένα εντελώς πρωτόγνωρο και διαφορετικό» λέει και ξεκινά την αφήγησή του με απλότητα και λεπτομέρειες που εντυπωσιάζουν και συγκινούν…
Μιλήστε μας για τη ζωή σας στην Θεσσαλονίκη προτού έρθετε στο Ανατόλια.
Έμενα με τους γονείς μου και τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια μου σε ένα ωραίο σπίτι γωνία Βασιλίσσης Όλγας με Μαρτίου. Είχε χτισθεί το 1905 από τον αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη για τον Τούρκο μέραρχο Σεϊφουλάχ Πασά. Ο πατέρας μου το αγόρασε περί το 1930. Δημοτικό σχολείο ξεκίνησα στα Εκπαιδευτήρια Σχινά και συνέχισα σε ένα δημοτικό δίπλα στο σπίτι μου, δημοτικό δεν είχε τότε το Κολλέγιο. Γείτονάς μας ήταν ο Κωνσταντίνος Αγγελάκης, πρώην Δήμαρχος της Θεσσαλονίκης. Ο γιος του Δημοσθένης, Μπούμπη τον φωνάζαμε, πήγαινε στο Κολλέγιο και πιστεύω ότι από την εξαίρετη οικογένεια Αγγελάκη ο πατέρας μου πληροφορήθηκε για το Ανατόλια.
Τι θυμάστε από τη μαθητική ζωή σας στο Κολλέγιο;
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση μπαίνοντας στο Macedonia, στα αριστερά, ήταν ένας πίδακας νερού. Πατούσες ένα κουμπί, έβγαινε νερό και έπινες. Εμείς μέχρι τότε ξέραμε στα σχολεία τις βρύσες όπου στο διάλειμμα βάζαμε το χέρι μας και πίναμε το νεράκι. Το δεύτερο που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν το stop που ασφάλιζε τις πόρτες της τάξης. Αν ήθελες να αφήσεις μισάνοιχτη την πόρτα, πατούσες έναν μηχανισμό και αυτή μάγκωνε. Για μένα, που τότε ήμουν 12 ετών, αυτά ήταν πρωτόγνωρα, δεν τα είχα δει ούτε στα ξένα σχολεία που πήγαιναν τότε τα μεγαλύτερα αδέλφια μου.
Πως ξεκινούσε η σχολική ημέρα;
Το πρωί στις 8:30, πέντε και όχι εξι μέρες την εβδομάδα όπως τα υπόλοιπα σχολεία, ξεκινούσαμε με συγκέντρωση στο Chapel. Μαζευόμασταν στον τελευταίο όροφο του Macedonia Hall σε ένα είδος αμφιθεάτρου, όπου υπήρχε στο βάθος μια εξέδρα με ένα πιάνο. Ξεκινούσαμε με προσευχή, στη συνέχεια μία σύντομη cool ομιλία κάποιου καθηγητή, συνήθως Αμερικανού. Ο Mr. Riley, ο νεότερος όλων, έπαιζε πιάνο και μας συνόδευε στους ύμνους. Όποιος ήθελε τραγουδούσε, όποιος ήθελε έκανε ότι τραγουδούσε και όποιος ήθελε δεν τραγουδούσε καθόλου. Αυτό κράτησε δύο χρόνια επειδή στη συνέχεια οι μαθητές (καθώς δεν έπαιρναν παρουσίες εκείνη την ώρα), άρχισαν να έρχονται αργότερα μόνο για το μάθημα.
Χαρακτηριστικό, όμως ήταν το ημερήσιο προγραμμα: τρεις περίοδοι (των 45 λεπτών) χωρίς διάλειμμα, ένα μεγάλο διάλειμμα περί τις 11, δυο περίοδοι χωρίς διάλειμμα. Διακοπή το μεσημέρι για μεσημεριανό φαγητο στο μετέπειτα Compton Hall και για παιχνίδι ή βιβλιοθήκη ή χάζι και ύστερα άλλες τρεις περίοδοι, πάλι χωρίς διάλειμμα, μέχρι τις 4:15. Εγώ συνήθως πήγαινα στη βιβλιοθήκη όπου έκανα τα γραπτά μου για να μην τα έχω στο σπίτι.
Το βασικό χαρακτηριστικό της όλης οργάνωσης ήταν η απουσία διαλειμμάτων εκτός εκείνου στις 11. Το πρόγραμμα που μας δινόταν, εκτός από τα μαθήματα, είχε μια στήλη με τον αριθμό της τάξης όπου θα γινόταν κάθε μάθημα. Έτσι είχαμε τρία κουδούνια: ένα για τη λήξη της περιόδου, παίρναμε τις τσάντες μας και τρέχαμε στην τάξη με τον νέο αριθμό, χτυπούσε το δεύτερο κουδούνι και με το τρίτο άρχιζε το μάθημα. Το τροχάδι και η αλλαγή περιβάλοντος, καλύτερο από διάλειμμα. Το room 15, πρώτο αριστερά μπαίνοντας στο Macedonia, ήταν και για τους τιμωρημένους που έφευγαν αργότερα.
Η βιβλιοθήκη ηταν οργανωμένη και σιωπηλή. Εξαίρεση όταν κάποιος ανέβαινε στο δώμα και μέσω του αεραγωγού φώναζε «I am busy now, ask another boy»! Είχε και ένα ενδιαφέρον δανειστικό τμήμα με διαφόρων ειδών μυθιστορήματα. Τίποτα το sophisticated, τίποτα που να αισθάνεσαι ότι σε υποχρεώνει να το κάνεις. Όποιος ήθελε πήγαινε.
Θυμάστε κάποιον καθηγητή που να σας έκανε τότε ιδιαίτερη εντύπωση;
Θυμάμαι πολλούς, τους δικούς μας, αυτόν που προσπαθούσε να μας μάθει αρχαία και τον άλλον που μας ξεχώριζε τους δημοτικιστές από τους καθαρευουσιάνους. Μας έμαθαν πάντως το σημαντικότερο, μας έμαθαν να μαθαίνουμε.
Διαφορετικοί ήταν οι Αμερικανοί, νέοι οι περισσότεροι, και το βασικότερο, δεν ήξεραν ελληνικά. Κι έτσι μάθαμε αγγλικά. Μόνο στη Προκαταρτική υπήρχε ο συμπαθέστατος Βασίλειος Λιάτσος. Από ένα βιβλιαράκι διαβάζαμε τα βασικά: a boy, a boy – a girl, a girl. Βασικά πράγματι! Και phonetics. Απίστευτο σήμερα και όμως μάθαμε αργότερα να προφέρουμε διαφορετικά το bad από το bed, το week από το weak και το stick από το steak.
Και βέβαια ήταν ο αλησμόνητος Mr. Compton, διότι και αυτός μας εκανε ένα μαθηματάκι το απόγευμα σε κάτω τάξη. Μας μάθαινε να χρησημοποιούμε και να ξεχωρίζουμε απλά πράγματα όπως το have, το had, το have had, το had had και παρόμοια. Ήταν ξεχωριστός, δεν ήξερα γιατί, δεν ήξερα καν ότι ήταν ο Διευθυντής.
Είχαμε καθηγητή και τον κύριο Ιατρίδη, δεν μπορώ να παραλείψω το «κύριος», ήταν πράγματι κύριος. Μας έκανε μάθημα Ιστορίας. Κάποτε στην εικόνα του βιβλίου που έδειχνε τον Αννίβα να περνά τις Αλπεις με τους ελέφαντές του παρατήρησα, μεγαλόφωνα, ότι ο ελέφαντας (ή ο Αννίβας;) φορούσε γυαλιά ηλίου. Με έστειλε τιμωρία, στο Room 15. Ηλπιζα ένα χαμόγελο. Αργότερα μας ανήγγειλαν ότι έγινε Γυμνασιάρχης – πρώτη φορά έβλεπα στο Κολλέγιο κάποιον με authority. Τη διαφορά προσπαθώ να τονίσω, τους δικούς μας τους σεβόμασταν, οι Αμερικανοί (περιορίζομαι στους τότε καθηγητές μας!) μας αγκάλιαζαν. Οι πρωτοερχόμενοι μας έγραφαν στον πίνακα το όνομά τους, μάς έλεγαν λίγα για τη ζωή τους, χαμογελούσαν, ήταν αυτό που λέμε σήμερα cool. Παρόλο που πράγματι μιλούσαμε άλλη γλωσσα.
Εκτός από το διάβασμα, τι άλλο κάνατε στο Κολλέγιο; Είχατε κάποιες άλλες δραστηριότητες;
Ένα παιχνίδι που κάναμε ήταν το πέταλο. Θα έχετε δει Αμερικανό καουμπόι να στήνει ένα σίδερο και να πετάει ένα πέταλο προσπαθώντας να το αγκαλιάσει. Πραγματικό ουέστερν, γρήγορα σταμάτησε. Στο μαθημα της γυμναστικής παίζαμε μπάσκετ. Μακρυά κάτω από τον λόφο υπήρχε το γήπεδο, δεν πήγα ποτέ.
Μεταξύ των club υπήρχε και το Βicycle club στο οποίο ανήκα. Υπεύθυνος ήταν ένας Αμερικανός καθηγητής, μας πήγε μερικές εκδρομές προς τη Γεωργική Σχολή. Είχε φέρει το ποδήλατό του από την Αμερική, με ταχύτητες, πρωτόγνωρο! Μου το δάνειζε για να ανεβαίνω και κατεβαίνω χαντάκια. Εντυπωσιακό.
Οι Αμερικανοί καθηγητές, εκτός από γνώσεις, προσπαθούσαν και να μας μορφώσουν. Θυμάμαι σε ένα μάθημα αγγλικών ενας καθηγητής μας έβαλε να γράψωμε ένα essay επάνω σε μια φραση του Emerson, “Hitch your wagon to a star”. Σήμερα τη βρήκα και στο διαδίκτυο καθώς και τις ερμηνείες της, τότε δεν την κατάλαβα. Πήγα και του το είπα. Θυμάμαι με πόση ταπεινότητα ο καθηγητής προσπάθησε να μου εξηγήσει το νόημά της: κυνήγα επίμονα τους στόχους σου έστω και αν είναι άπιαστοι.
Μια άλλη φορά μας έβαλαν να γράψουμε για το Mayflower, το πρώτο καράβι με το οποίο πήγαν οι Ευρωπαίοι στην Αμερική. Ηξερα ότι το Mayflower υπήρξε αλλά τίποτα άλλο. Ο καθηγητής μ’εμαθε να πηγαίνω στη βιβλιοθήκη και να ψάχνω. ‘Ετσι έψαξα για το Mayflower και αργότερα και για τον Emerson και τους φιλοσόφους.
Είχατε πολλούς συμμαθητές;
Ημασταν δύο τμήματα των 20-22. Είχαμε δύο τμήματα. Ένα μεγάλο ποσοστό ήταν εσωτερικοί, οικότροφοι. Το κατάλαβα στις 28 Οκτωβρίου ’40 που ήμουν ο μόνος εξωτερικός που ανέβηκα στο σχολείο και είδα πόσα πολλά παιδιά ήταν στην τάξη. Οι περισσότεροι εσωτερικοί ήταν από την επαρχία, Σουφλί, Βέροια, Καβάλα και αλλού. Έμεναν στο κτίριο πρίν από το Albert Hall.
Θυμάστε την τελευταία σας ημέρα στην τάξη;
Ήταν 28η Οκτωβρίου 1940. Όλοι ήταν σιωπηλοί. Στις 11 το πρωί μπήκε στην τάξη ο κ. Compton, θλιμμένος. Andrew, μου λέει, τηλεφώνησαν από το σπίτι σου, τα αδέρφια σου φεύγουν για τον πόλεμο, φύγε τώρα και πήγαινε να τους προφτάσεις.
Πράγματι, ο ένας εφυγε για την Αλβανία και ο άλλος πήγε στα αντιτορπιλικά. Τον Carl Compton δεν τον ξαναείδα ποτε. Συγκινήθηκα όταν 70 χρόνια αργότερα, επισκέπτης, επέστρέψα στο Ανατόλια, στις 28 Οκτωβρίου 2010, και είδα «Compton Hall» στο κτίριο όπου κάθε μέρα τρέχαμε για φαγητό. Το Ανατόλια δεν τον ξέχασε σκέφθηκα.
Πως έφυγε η οικογένειά σας από τη Θεσσαλονίκη;
Με την έναρξη του πολέμου, αφού τα αδέρφια μου έφυγαν για να πολεμήσουν, ο πατέρας μου αποφάσισε να πάμε στην Αθήνα. Στην αρχή μείναμε σε ξενοδοχείο και μετά αγόρασε το σπίτι όπου μένω μέχρι σήμερα.
Το 1941 όταν, με την ιταλο-γερμανική κατοχή, άνοιξαν ξανά τα σχολεία δοκίμασα το Κολλέγιο Αθηνών αλλά τα παιδιά με αποθάρρυναν, εκεί αντί της Προκαταρτικής είχαν και εβδόμη. Έφυγα και γράφτηκα σε ένα ιδιωτικό Γυμνάσιο απέναντι από το σπίτι μου. Απολυτήριο γυμνασίου πήρα, σύμφωνα με το Νόμο, από το Α’ Δημόσιο Γυμνάσιο της Αθήνας με 5 εικοσάρια. Μετά έδωσα εισαγωγικές στο Μετσόβειο. Μπήκα 5ος στους 400 υποψήφιους μηχανολόγους-ηλεκτρολόγους, στην τάξη οι επιτυχόντες πρωτοετείς ήμασταν 27. Έτσι ήταν τότε οι αριθμοί!
Τον Σεπτέμβριο του 1943, λόγω των γερμανικών διωγμών, βγάλαμε ταυτότητες με χριστιανικά ομόματα και εξαφανισθήκαμε από την Αθήνα. Κρυφθήκαμε στα περίχωρα και μέσω Οργανώσεων και οργανωμένων που διέθεταν καΐκια καταλήξαμε στον Τσεσμέ της Τουρκίας. Αν διέθετες και μερικές χρυσές λίρες βοηθούσε. Περιπέτειες χιλιοειπωμένες.
Ποιοι ήταν μαζί σας στο καΐκι;
Στο καίκι ήταν Εβραίοι πρόσφυγες για τον φόβο των Γερμανών και Χριστιανοί, προσωρινοί μετανάστες, για εύρεση καλής τύχης στον περίβολο της εξόριστης Ελληνικής Κυβέρνησης στο Κάιρο. Εμείς φοβόμασταν μην μας πιάσουν οι Γερμανοί διασχίζοντας την Αττική και περνώντας το Αιγαίο, οι Χριστιανοί φοβόντουσαν τους αντάρτες της Εύβοιας που δεν άφηναν τους Χριστιανούς να φύγουν. Οπότε αυτοί δανείστηκαν από τους Εβραίους κάτι χαϊμαλιά και εξάστερα σε δαχτυλίδια και βέρες, για να περάσουν για Εβραίοι αν χρειαζόταν.
Φτάσαμε στην Τουρκία και προσπαθήσαμε να βγούμε στην ακτή. Μας πυροβόλησαν οι Τούρκοι. Την άλλη ημέρα βγήκαμε σε μία ακτή όπου βρήκαμε κάποιον που φαινόταν για Άγγλος αξιωματικός. Πάντως ήταν οργανωμένοι. Μας έστειλαν στα συριακά σύνορα όπου μας παρέλαβε ο ελληνικός στρατός. Τον έναν αδερφό μου τον βάλανε στον στρατό ξηράς, τον άλλο στο ναυτικό και εμένα στην αεροπορία, αλλά λόγω των αγγλικών μου με έστειλαν για υπηρεσία στον αγγλικό στρατό.
Πότε επιστρέψατε στην Αθήνα;
Τον Αύγουστο του 1945. Συνέχισα τις σπουδές μου, αλλά λίγο αργότερα και άλλη διακοπή σπουδών λόγω γενικής επιστράτευσης εξαιτίας του Εμφυλίου Πολέμου. Πήγα για τρία χρόνια στον στρατό, δύο χρόνια στα βουνά και ένα στο Γενικό Επιτελείο.
Και στη συνέχεια;
Με απώλεια τεσσάρων ετών, τριών λόγω στρατού και ενός λόγω θεωρήσεως των 1943-45 ως ενός ακαδημαϊκού έτους, τελείωσα Μηχανολόγος Ηλεκτρολόγος. Εργάστηκα σε ένα σωληνουργείο, μετά σε ένα καλυκοποιείο, για έξι μήνες στη ΔΕΗ και μετά στο Καλυκοποιείο σε μία αγγλική εταιρία consulting. Τελικά έκανα το δικό μου τεχνικό γραφείο και ασχολήθηκα και με το εμπόριο.
Τα επόμενα χρόνια ήταν πιο ήρεμα;
Ήρεμα δεν ήταν ποτέ. Εξαρτάται από τον χαρακτήρα του καθενός…
Ζήσατε, πάντως, μία γεμάτη ζωή.
Πολλά πράγματα θα μπορούσαν να λείπουν. Η Κατοχή, οι θάνατοι από πείνα, ο Εμφύλιος, να βλέπεις την καταστροφή της Ελλάδας.
Εμείς δεν υποφέραμε λόγω τύχης και χαρακτήρα. Δεν φοβηθήκαμε τους Γερμανούς. Ο πατέρας μου ήταν Διευθυντής στην Ελλάδα γερμανικής ασφαλιστικής. Προπολεμικά ταξιδεύαμε συχνά οικογενειακά στη Γερμανία. Το 1941 – δεν είχαν ακόμη ξεκινήσει τα μέτρα κατά των Εβραίων – ο πατέρας μου ήθελε να πάει στη Θεσσαλονίκη. Ηταν δύσκολο. Εμφανίστηκε, λοιπόν, στη Γερμανική Διοίκηση με το όνομά του: Σαμουήλ Μωυσής Μορδώχ. Τους είπε πως ήταν συνταξιούχος διευθυντής (ήταν πράγματι) στην Ελλάδα γερμανικής εταιρείας και πως ζητούσε βοήθεια για να πάει στη Θεσσαλονίκη. Και υστερα από έρευνα ταξίδεψε με γερμανικό στρατιωτικό αεροπλάνο απο το Τατόι στο Σέδες και επέστρεψε ομοίως. Μου έλεγε: «Μην τους φοβάσαι. Κάνε ότι πρέπει για να τους αποφύγεις, αλλά μην τους φοβάσαι…».
Ποια συναισθήματα έχετε από το σχολείο; Πιστεύετε ότι έπαιξε κάποιο ρόλο στη ζωή σας;
Ο ρόλος του υπήρξε ανεξίτηλος, απόδειξη ότι τον μελετώ ακόμα και τόσα χρόνια μετά. Από νωρίς αισθάνθηκα ότι μέσα στη διαφορετικότητα, αν την συμπαθήσεις, μπορείς να βρείς την ανάπτυξη της πράξης και του πνεύματος. Να δεις ότι υπάρχει και παραπέρα φως.
Πως αισθανθήκατε όταν λάβατε το τιμητικό απολυτήριο από το Ανατόλια;
Συγκίνηση και ανακούφιση. Όπως σας έγραψα τότε, στις 11/11/2014, η απότομη διακοπή των σχέσεων μου με το Αμερικανικό Κολλέγιο μου είχε αφήσει ένα βαθύ αίσθημα ανεκπλήρωτου. Με βοηθήσατε να το ξεπεράσω. Σας είμαι ευγνώμων και ειλικρινά σας ευχαριστώ. Ο κύκλος έκλεισε αλλά ο ομφάλειος λώρος παραμένει.
Κύριε Μορδώχ, σας ευχαριστούμε θερμά.